Νησίδας Σούδας – Φρούριο Φορτέτζας

Σούδα : Το μικρό νησί που στέκει σα φύλακας στην είσοδο του κόλπου της Σούδας. Στο βορειοδυτικό πλευρό του, σε απόσταση εφτά Βενετσάνικα βήματα, ένα άλλο μικρό νησάκι σχεδόν στρογγυλό, αναφέρεται στους Βενετσιάνικους χάρτες νησί των κουνελιών. Στην αρχαιότητα τα νησάκια αυτά λεγόταν Λευκαί, γιατί οι Σειρήνες "δυσφορούσαι (για τη νίκη των Μουσών) τα πτερά των ώμων απέβαλον, και λευκαί γενόμεναι εις την θάλασσαν ενέβαλον εαυτάς, όθεν... αι νήσοι Λευκαί" (Στεφ. Βυζάντιος).

 

Πριν να οχυρωθεί, στο νησάκι ήταν ένα μοναστήρι του Αγ. Νικολάου και γι' αυτό λεγόταν Φραρονήσι. Ύστερα από την οχύρωση του, πήρε το όνομα Σούδα από το όνομα του κόλπου. Πάνω στο μεγαλύτερο νησί, που έχει ύψος από τη θάλασσα 14 πόδια βενετσιάνικα, έκτισαν οι Βενετοί ένα από τα σπουδαιότερα φρούρια της Κρήτης, για να προστατέψουν τον κόλπο από εχθρικά και πειρατικά πλοία. Σ' αυτό είχε εφαρμοσθεί η τελευταία λέξη της οχυρωματικής τέχνης ώστε δεν μπόρεσαν οι Τούρκοι να το καταλάβουν και παρέμεινε στην κυριαρχία των Βενετών μισό αιώνα ύστερα από την κατάληψη της Κρήτης, οπότε είχε γίνει το καταφύγιο των κυνηγημένων πατριωτών της Κρήτης, ώσπου παραδόθηκε στους Τούρκους με συνθήκη το 1715 (Κρητ. Χρον. Ι', 26). Όμως δεν μπόρεσε να προστατεύσει τον κόλπο από τα εχθρικά πλοία που μπαινόβγαιναν ανενόχλητα από το νότιο στόμιο του κόλπου.
Νησίδα Σούδας

Από τον 14ο αιώνα υπήρχε φρούριο στο νησί.

Άρχισε να κτίζεται από τους Βενετούς το 1573 σε μια προσπάθεια να ενισχύσουν την άμυνα του λιμανιού. Το έργο από μόνο του δεν έλυνε το πρόβλημα της ασφάλειας. Οι στρατιωτικοί εμπειρογνώμονες είχαν ζητήσει να εκτελεσθούν και άλλα συμπληρωματικά έργα άμυνας σε επίκαιρες θέσεις τα οποία όμως κυρίως λόγω υψηλού κόστους δεν ξεκίνησαν ή δεν ολοκληρώθηκαν.

 

Αρχιτέκτονας και επιβλέπων των εργασιών ήταν ο μηχανικός οχυρώσεων Latino Orsini. Το έργο εκτελέστηκε πολύ γρήγορα και μέσα σ' ένα χρόνο τοποθετήθηκαν και τα πρώτα κανόνια. Στα χρόνια που ακολούθησαν μέχρι την απόβαση των Τούρκων στην Κρήτη το 1645, εκτελούνταν μόνο συμπληρωματικές εργασίες συντήρησης και βελτίωσής του. Σε αυτά εντάσσεται και η κατασκευή το 1585 του και σήμερα διατηρημένου αναλλοίωτου κεντρικού ναού, ο οποίος λειτουργούνταν από ιερείς του τάγματος του Αγίου Αυγουστίνου επειδή στο νησί προϋπήρχε μονή Αυγουστινιανών μοναχών. Η Φορτέτζα από τεχνικής άποψης αποτέλεσε ένα άριστο οχυρωματικό έργο εκμεταλλευόμενο τη μορφολογία του εδάφους του νησιού, έδινε λύσεις στους πιθανούς κινδύνους από την έναντι ξηρά ή την προσέγγιση πλοίων. Στο εσωτερικό του υπήρχαν εκτός από τους χώρους για καθαρά στρατιωτική χρήση, δημόσια καταστήματα, πολλές εκκλησίες αφιερωμένες στο δυτικό αλλά και το ορθόδοξο δόγμα, νοσοκομείο, φυλακή, στρατώνες, πολλά καταλύματα για λαϊκούς και πάρα πολλές υπόγειες δεξαμενές νερού. Η Φορτέτζα, μετά την κατάληψη της πόλης των Χανίων από τους Τούρκους το 1646 δέχθηκε σφοδρή επίθεση από ξηρά και θάλασσα. Οι υπερασπιστές της όμως παρά το ολιγάριθμό τους κατάφεραν να αποκρούσουν. Μετά την κατάληψη του Χάνδακα το 1669 και τη συνθηκολόγηση που ακολούθησε το νησί παρέμεινε ελεύθερο υπό Βενετική διοίκηση μέχρι τις 27 Σεπτεμβρίου του 1715 οπότε παραδόθηκε στους Τούρκους ύστερα από πολιορκία και ηρωική αντίσταση 72 ημερών. Οι Τούρκοι κατείχαν τη νησίδα μέχρι το 1898 οπότε και αποχώρησαν οι στρατιωτικές δυνάμεις από την Κρήτη. Την περίοδο αυτή εκτός από τη μετατροπή του ναού σε τζαμί αφιερωμένο στον Σουλτάν Γαζή Αχμέτ Χαν δεν πρόσθεσαν τίποτα ουσιαστικό στην οχύρωσή του.

 

Το νησί είναι συνδεδεμένο με την Κρητική ιστορία και τους αγώνες των Κρητικών για την απελευθέρωσή τους, επειδή σ' όλη τη διάρκεια της Τουρκικής κατοχής που το νησί τελούσε υπό Βενετική διοίκηση αποτελούσε καταφύγιο των διωκόμενων επαναστατών. Πάνω σε αυτό υψώθηκε για πρώτη φορά η ελληνική σημαία την 1η Φεβρουαρίου του 1913 ( πριν την επίσημη ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα ). Μετά τον Β' Παγκόσμιο πόλεμο βρίσκεται υπό τον έλεγχο του ελληνικού πολεμικού ναυτικού στα πλαίσια του ευρύτερου αμυντικού σχεδιασμού του λιμένα. Η δενδροφύτευση του νησιού το οποίο στερούνταν παντελούς βλάστησης έγινε το 1966 από το Πολεμικό Ναυτικό.

 

Μετά από αρκετά χρόνια επίμονων και μεθοδευμένων προσπαθειών, υλοποιήθηκε ένα πάγιο αίτημα της τοπικής κοινωνίας και η Νησίδα της Σούδας αποδεσμεύτηκε απ' τη στρατιωτική επιτήρηση. Στο τέλος της άνοιξης του 2007 επετράπη η ενεργοποίηση της επισκεψιμότητας σε συνεργασία με το Ναύσταθμο Κρήτης, την 28η εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων και του Δήμου Σούδας, δύο φορές την εβδομάδα. Η μεταφορά γίνεται από την προβλήτα της Σούδας και η επιστροφή σ' αυτή.

 

Στοιχεία Επικοινωνίας

Τηλέφωνο: 2821 3 41214