Είσοδος      |     
Ενημέρωση
Αρχείο ΔΤ 2004

6/12/04, Ομιλία Δημάρχου για την Ένωση της Κρήτης με την υπολοίπη Ελλάδα

22.08.2008 | Ώρα δημοσίευσης: 07:08

Κυρίες και Κύριοι, «Υπόδουλος των Τούρκων η Κρήτη δεν υπήρξε ποτέ. Ήξευρεν να ζει ελευθέρα δια της βίας. Εις την παραμικράν καταπάτησιν προνομίου εξανίστατο κι ελάμβανε τα όπλα. Δούλος δε επαναστατημένος με το όπλον εις την χείρα κατά του τυράννου, δεν ημπορεί να πει κανείς ότι είναι δούλος. Είναι ελεύθερος». Αυτά – μεταξύ άλλων – γράφει ο Γρηγόριος Ξενόπουλος στο περιοδικό «Ελλάς», το Δεκέμβρη του 1913, χαιρετίζοντας το γεγονός της Ένωσης. Με αυτά τα λόγια ως Δήμαρχος Χανίων ξεκινούσα την ομιλία μου πέρυσι στον ίδιο χώρο κατά τον εορτασμό των 90 χρόνων από την Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα. Μ’αυτά τα λόγια χαιρετίζω και φέτος την ιστορική επέτειο, το ιστορικό γεγονός της Ένωσης, διότι πιστεύω ότι εκφράζουν άριστα τον αδούλωτο Κρητικό Λαό. Ενετοί και Τούρκοι για 700 χρόνια, για 7 συνεχείς αιώνες προσπαθούσαν να κρατήσουν την Κρήτη, χωρίς επιτυχία, κάτω από το βαρύ τους πέλμα. Ο Ελληνικός Ορθόδοξος Λαός της Κρήτης αγωνιζόταν ακατάπαυστα για τα ιερότερα ιδεώδη του ανθρώπου, την διατήρηση της θρησκείας και την αποτίναξη του ξένου ζυγού. Οι γενεές των Κρητών έρχονταν και παρέρχονταν γαλουχημένες με το όραμα της Ελευθερίας. Δεκάδες επαναστάσεις θεμελίωσαν τα απαράγραπτα δικαιώματα των Κρητών και σφυρηλάτησαν του άρρηκτους δεσμούς της Κρήτης με την Ελλάδα. Η πολυπόθητη Ένωση δεν ήταν ένα στιγμιαίο γεγονός που ολοκληρώθηκε σ’αυτό τον ιστορικό χώρο την 1η Δεκεμβρίου του 1913, αλλά το τέρμα ενός πολυαίμακτου και απροσμέτρητων θυσιών, αγώνα, που κράτησε άσβηστη τη φλόγα του ιδανικού της λευτεριάς από γενεά σε γενεά. Οι ατελείωτες θυσίες του Κρητικού Λαού οδήγησαν στη «πρώτη λευτεριά» όπως αποκαλεί ο Πρεβελάκης την περίοδο της αρμοστείας το 1898. Λίγο αργότερα πραγματοποιούνται οι εκλογές των πληρεξουσίων της Α’ Κρητικής Συντακτικής Συνέλευσης και δημοσιεύεται το Σύνταγμα της Κρητικής Πολιτείας. Ακολουθούν το 1901 η άρνηση της Ένωσης από την πρεσβευτική συνδιάσκεψη της Ρώμης και η διαφωνία του Ελευθερίου Βενιζέλου με τον πρίγκιπα Γεώργιο, το 1905 η επανάσταση του Θερίσου, το 1908 το ενωτικό ψήφισμα της Β’ Συντακτικής Συνέλευσης και το 1909 η αποχώρηση των τελευταίων ξένων στρατευμάτων από την Κρήτη. Την 1η Οκτωβρίου του 1912, το Ελληνικό Κοινοβούλιο υποδέχεται με θέρμη και πανηγυρισμούς τους εκλεγμένους βουλευτές που θα αντιπροσωπεύσουν την Κρήτη και μετά την θριαμβευτική νίκη στους Βαλκανικούς Πολέμους, η Τουρκία υποχρεώνεται να δεχθεί λύση του Κρητικού ζητήματος. Η 1η Δεκεμβρίου 1913, ιστορική ημέρα της προσάρτησης, που αιώνες περίμενε η κρητική ψυχή, δικαίωσε αγώνες και θυσίες. Σε πανηγυρική τελετή υψώνεται η ελληνική σημαία εδώ, στο φρούριο του Φιρκά! Πώς περιέγραψαν όμως τα γεγονότα, λίγες μέρες πριν, οι εφημερίδες της εποχής; ΝΕΑ ΕΦΗΜΕΡΙΣ, Ηράκλειο, 28 Νοεμβρίου 1913 « Το τηλεγραφικώς αγγελθέν προσεχές ταξείδιον του ‘Ελληνος πρωθυπουργού εις Κρήτην προυξένησε ζωηροτάτην χαράν καθ’άπασαν την νήσον. Είνε μήνες ήδη αφ’ότου εψιθυρίζετο το πρωθυπουργικόν ταξείδιον, το οποίον λόγω του εκκρεμούς της καταστάσεως διαρκώς ανεβάλλετο, φέρον εις αληθή αγωνίαν τον λαόν της Κρήτης, όστις ανυπομονών ανέμενε την πραγματοποίησιν ενός αληθούς πόθου του. Κατόπιν της επισήμου αναγνωρίσεως της προσαρτήσεως της μεγαλονήσου δια της οποίας διαλύωνται και τα τελευταία νέφη, δι’ών οι παλαιοκομματικοί προσεπάθησαν να επισκιάσουν την πολιτικήν της Κυβερνήσεως επί του ζητήματος τούτου, ο Πρωθυπουργός ελευθερωτής εκατομμυρίων υποδούλων αδελφών, πατεί ήδη τα άγια χώματα της αγαπημένης Πατρίδος μετά απουσίαν ολίγων ετών, τα οποία του ήρκεσαν δια να εργασθή υπερανθρώπως, όσον ουδείς άλλος, να υπερπηδήση πολιτικά εμπόδια θαρραλέως, να πατάξη την φατρίαν και τον παλαιοκομματισμόν, να αναδιοργανώση και μεγαλύνη το ‘Εθνος εντός ολιγίστου χρόνου και να φέρη την Ελλάδα εις θέσιν περίβλεπτον ενώπιον των πεπολιτισμένων λαών και εις κράτος σεβαστόν και υψηλής περιωπής μεταξύ των λαών της Βαλκανικής». ΚΗΡΥΞ, Χανιά, 28 Νοεμβρίου 1913 «Μοίρα του Ελληνικού Στόλου μετά του «Αβέρωφ», καταπλέει εις Κρήτην την ερχομένην Κυριακήν, κατά τα εξ Αθηνών ειδήσεις. Ο Κρητικός λαός μετ’ανεκφράστου χαράς και συγκινήσεως θα υποδεχθή τον Στόλον μας, δια των ηρωϊκών κατορθωμάτων του οποίου ελύθη και το ακανθώδες ζήτημα της Κρήτης, το επί αιώνα σχεδόν ολόκληρον κρατήσαν το Έθνος εν διαρκεί πάλη προς την γείτονα Αυτοκρατορίαν. Δια ταύτα ο Κρητικός Λαός την προσεχή άφιξιν του Στόλου και δυο Λόχων Ευζώνων θεωρεί ως την επισημοποίησιν της Ενώσεως, εορτάζων δε τα Ελευθέριά του μετά των Σταυραετών της Μανωλιάσσας, του Μπιζανίου και των Μακεδονικών βουνών και των ηρωϊκών προστατών των Νήσων και αγρύπνων φρουρών αυτών, εύχεται, ίνα ταχέως και εκείναι πάσαι ευρεθώσιν υπό τα αυτάς συνθήκας…». ΝΕΑ ΗΜΕΡΑ Τεργέστης, Αθήνα, 28 Νοεμβρίου 1913 «Η ύψωσις και ο χαιρετισμός της Ελληνικής σημαίας εις το Φιρκά της Κρήτης με τον στρατηλάτην Βασιλέα και τον πρώτον Αυτού Σύμβουλον επί κεφαλής, η σεμνή, αλλά μεγάλη και ιερά αυτή εορτή της διοικητικής αφομοιώσεως της Μεγαλονήσου με την Ελλάδα, η τελετή της Ενώσεως, θ’αποτελέσει έν έκ των σπανίων εκείνων εθνικών γεγονότων, τα οποία προώρισται να προκαλέσουν αληθή δάκρυα χαράς. Όχι μόνον οι Κρήτες, όχι μόνον οι πολεμισταί των Λευκών Ορέων, αλλ’όλοι οι ‘Ελληνες της μείζονος Ελλάδος θα παραστούν νοερώς εις την συγκινητικωτάτην τελετήν του Φιρκά. Εκεί ότε κατεβιβάσθη η Ελληνική σημαία υπό των αγημάτων των Δυνάμεων, εν μέσω του Κρητικού θρήνου εις την ιδίαν θέσιν μέλλει την Κυριακήν να στηθή υπερήφανος η ιδία σημαία, σύμβολον της συντελεσθείσης πλέον Ενώσεως,, έπαθλον των κρητικών αγώνων και θυσιών, αγώνων αιματηροτάτων, θυσιών υπερανθρώπων. Χάριν της Κρήτης η Ελλάς υπέστη τρικυμίας εθνικάς και αιμορραγίας επικινδύνους. Χάριν αυτής εθυσίασε τα πάντα. Αλλά και από την Κρήτην η Ελλάς έλαβε την φυσικήν τόνωσιν και την πολιτικήν ώθησιν προς επιδίωξιν ευρυτέρων εθνικών ιδεωδών. Ο νέος πολιτικός, όστις έκλαιε την νύκτα εις έρημον ακτήν του Φιρκά, όταν κατεβιβάσθη η Ελληνική σημαία κατά το 1909, ο νέος Κρής πολιτικός, γενόμενος πρωθυπουργός εν Ελλάδι, ηυτύχησε να ίδη συμπληρούμενον το έργον αυτού και ηυτύχησε να ίδη όχι μόνον την Κρήτην ελευθέραν, αλλά και την Ελλάδα διπλασίαν, μετά πολέμους νικηφόρους, υψουμένην εν μέσω δόξης και θριάμβων και τιμών». Και φθάνει η πολυπόθητη μέρα, διαβάζουμε από το βιβλίο του Ιωάννη Τσίβη «Η ΄Ενωση της Κρήτης με την Ελλάδα»: «Την πρωίαν της μεγάλης εκείνης ημέρας, ημέραν Κυριακήν, ο θρυλικός «Αβέρωφ», το θωρηκτόν «Σπέτσαι» και τα αντιτορπιλλικά «Αετός» και «Πάνθηρ» ηγκυροβόλησαν προ του λιμένος των Χανίων. Επί του «Αβέρωφ» ήσαν ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος, ο Διάδοχος του Θρόνου Πρίγκιψ Γεώργιος, ο μετέπειτα αείμνηστος Βασιλεύς Γεώργιος ο Β’, ο Πρίγκιψ Αλέξανδρος, ο μετέπειτα αείμνηστος Βασιλεύς Αλέξανδρος, ο Πρωθυπουργός Ελ. Βενιζέλος και ο ένδοξος Ναύαρχος Παύλος Κουντουριώτης. Συγχρόνως ηγκυροβόλησε και το ατμόπλοιον «Μυκάλη», επί του οποίου ευρίσκετο ο πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων Ζαβιτσάνος μεθ’όλων των μελών του προεδρείου της Βουλής και πολυάριθμα μέλη των εν Πειραιεί και Αθήναις Σωματείων των Κρητών. Από βαθείας νυκτός, παρά το ψύχος και την κακοκαιρίαν, χείμαρροι λαού είχον καλύψει την παραλίαν, τας οδούς, τας στέγας, τα παράθυρα και εξώστας των παραλιακών οικιών ως και την πλατείαν Μιαούλη (Μώλου), τον λιμενοβραχίονα και λοιπούς προσιτούς χώρους. Η πόλις είχε διακοσμηθή. Μυρσίναι και δάφναι και σημαίαι εστόλιζαν τους δρόμους, τα καταστήματα, τας οικίας. Αι φωτογραφίαι του Βασιλέως και Βενιζέλου, εντός καλλιτεχνικών πλαισίων, στολισμέναι με άνθη, ως και φωτογραφίαι εξεχόντων αρχηγών των κρητικών επαναστάσεων ευρίσκοντο είς όλα τα σημεία. Μεγαλοπρεπείς αψίδες είχον στηθή είς επίκαιρα σημεία της πόλεως. Η πόλις ολόκληρος έπλεεν εις την δάφνην, την μυρτιάν, την κυανόλευκον και παρουσίαζε θέαμα ασυλλήπτου φαντασμαγορίας. Εις την αποβάθραν ανέμενον ο γενικός Διοικητής Κρήτης Λουκάς Κανακάρης Ρούφος, ο Πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων Ζαβιτσάνος μετά των μελών του Προεδρείου της Βουλής, ο Δήμαρχος Χανίων Εμμ. Μουντάκης μετά των δημοτικών συμβούλων, οι Πρόξενοι των Μεγάλων Δυνάμεων, ο Αρχιραββίνος μετά των μελών της Ισραηλινής Κοινότητας, ο Μουφτής, οι Ιμάμαι των Τεμενών και ο Ηγούμενος του Τεκέ των Μεβλεβίδων, αξιωματικοί του Πεζικού και της κρητικής χωροφυλακής, ανώτατοι Δικαστικοί και Διοικητικοί υπάλληλοι. Την 9ην πρωϊνήν ακριβώς 21 κανονιοβολισμοί εκ του θρυλικού «Αβέρωφ» ανήγγελον την αποβίβασιν του Βασιλέως και της λαμπράς αυτού ακολουθίας εκ του πλοίου. Ρίγος συγκινήσεως κατέλαβε τους πάντας.» Και συνεχίζει παρακάτω: «Επηκολούθησε Δοξολογία, μετά το πέρας της οποίας εσχηματίσθη πομπή ηγουμένου του ιερού Κλήρου και των εκκλησιαστικών Λαβάρων, με κατεύθυνσιν προς το φρούριον Φιρκά. Η ανθρωποθάλασσα τώρα ανεταράχθη. Έκαστος προσεπάθει να καταλάβη θέσιν, δια να ίδη με τα μάτια του το θαύμα, που ανέμενον γενεαί γενεών. Επί του φρουρίου, όπου ο κοντός της σημαίας, είχε στηθή μεγάλη εξέδρα, επί της οποίας ανήλθον ο Βασιλεύς, οι Πρίγκιπες, ο Βενιζέλος, ο Κουντουριώτης και οι λοιποί επίσημοι, ως και (…) οι Αρχηγοί Χατζή Μιχάλης Γιάνναρης και Αναγνώστις Μάντακας (…) (…) Ο αετός των λευκών ορέων, ο θρυλικός Χατζή Μιχάλης Γιάνναρης, ζωσμένος το τιμημένο του σπαθί, δώρον των Ελλήνων της Ρωσίας προς τον μεγάλον Αρχηγόν, εκράτει την σημαίαν, την οποίαν ο Βασιλεύς θα ύψωνε επί του φρουρίου. Την σημαίαν την ιδίαν, την οποίαν πρό πενταετίας οι ισχυροί της Γής βία είχον υποστείλει κατά το 1909. Με χείρας τρεμούσας ο ήρως παρέδωσε την σημαίαν εις τον Διοικητήν της Κρήτης Λουκάν Κανακάρην Ρούφον προσφωνήσας ως εξής: «Σας παραδίδω την σημαίαν ταύτην, υπό τας πτυχάς, της οποίας ηγωνίσθη η Κρήτη επί μακρόν, όπως υψωθή επί του ιστορικού τούτου μέρους όπου εφυλακίζοντο οι υπέρ της ελευθερίας αγωνιζόμενοι και οπόθεν αναπεταθείσα άλλλοτε κατεβιβάσθη. Να είναι σύμβολον της διαρκούς ελευθερίας της Κρήτης και της πολυποθήτου Ενώσεώς της μετά της Ελλάδος». Ο Γενικός Διοικητής τρέμων εκ συγκινήσεως λαμβάνει από τας χείρας του ήρωος Χατζή Μιχάλη Γιάνναρη την σημαίαν και την παραδίδει εις τον Βασιλέα (…) (…) Ο Βασιλεύς παραλαμβάνει εκ των χειρών του Γενικού Διοικητού Κρήτης το Ιερόν σύμβολον και δίδει εντολήν εις τον λιμενάρχην Χανίων μακαρίτην Γεώργιον Κουρκούτην να την δέση εις το σχοινί του κοντού. Ο λιμενάρχης εξετέλεσε την εντολήν και ευθύς αμέσως ο Βασιλεύς ανεπέτασε την σημαίαν, ραντιζομένην και ευλογουμένην υπό του Επισκόπου, ενώ βροντώδη τα πυροβόλα των πολεμικών εχαιρέτων το γεγονός και μυριόστομοι ζητωκραυγαί εξάλλου εκ χαράς κόσμου δονούσαν τους αιθέρας. Κατά την στιγμήν της μυσταγωγίας εκείνης, η οποία ετελετουργείτο επί των επάλξεων του φρουρίου του Φιρκά, κατά θείαν οικονομίαν ο ουρανός, ο οποίος μέχρι της στιγμής εκείνης εκαλύπτετο υπό νεφών, εξαστέρωσε αποτόμως και δέσμαι λαμπρών ακτίνων του ηλίου περιέβαλον την Κυανόλευκον. Ο ήλιος εφώτισε την ανάστασιν του γένους και έρριψε το υπέρλαμπρον φώς του εις τους ενσαρκούντας την στιγμήν εκείνην τα ιδανικά του ‘Εθνους. Το πλήθος, το οποίον παρηκολούθει την ιεράν μυσταγωγίαν του Φιρκά, συνταράσσεται. Η μουσική παιανίζει. Τα πυροβόλα των πλοίων χαιρετούν. Το πλήθος αλαλάζει, βοά και κλαίει. Τα φέσια των γερόντων και τα καπέλα των νέων αιωρούνται εις τον αέρα. Παραλήρημα χαράς καταλαμβάνει τους πάντας. Δάκρυα χαράς και λυγμοί συγκινήσεως (…) (…) Ήδη η σημαία κυματίζει επί των επάλξεων του ιστορικού φρουρίου. Το όνειρο επηλήθευσε. Το παραμύθι, με το οποίον αι μητέρες ενανούριζον τα τέκνα των, έγινε πραγματικότης. Η Κρήτη είναι ελληνική. Κυρίες και Κύριοι, Η μέρα τούτη είναι μνημόσυνο και μέρα ευγνωμοσύνης και τιμής για όσους αγωνίστηκαν και θυσιάστηκαν για τη λευτεριά αυτού του τόπου. Είναι μέρα προβληματισμού, έμπνευσης και ευθύνης για μετουσίωση της παρακαταθήκης που κληρονομήσαμε σε ειρηνικά έργα ανάπτυξης. Είναι όμως και μέρα αναγνώρισης και διαφύλαξης της παρακαταθήκης που μας εμπιστεύτηκαν οι προγονοί μας. Aτενίζω το άδειο πέλαγος, τη μικρή συμμετοχή του κόσμου και διερωτώμαι, είναι η εκδήλωσή μας αντάξια του γεγονότος; Μήπως πρέπει όλοι μας να αναλάβουμε τις ευθύνες μας; Η Ιστορία του Κρητικού Λαού έχει γραφτεί με χρυσά γράμματα, ας τη διαβάσουμε σωστά.